Το Συνεργατικό Ερευνητικό Κέντρο για την Επίλυση των Αντιμικροβιακών Αντιστάσεων στα τρόφιμα και στο περιβάλλον (CRC SAAFE) στην Αυστραλία, στοχεύει στην αντιμετώπιση της αντιμικροβιακής και αντιμυκητιακής αντοχής σε όλους τους τομείς των τροφίμων, της γεωργίας και του περιβάλλοντος της Αυστραλίας την επόμενη δεκαετία. Η μάχη κατά της αντοχής στα μυκητοκτόνα πρόκειται μάλιστα να ενισχυθεί με ένα νέο πακέτο χρηματοδότησης.
Το CRP αποτελείται από περισσότερους από 70 εταίρους που προέρχονται από διάφορα επιστημονικά πεδία όπως οι γεωργικές επιχειρήσεις, οι επιχειρήσεις τροφίμων, κοινής ωφέλειας, ανακύκλωσης απορριμμάτων, οι ανεξάρτητοι οργανισμοί, οι κυβερνητικοί φορείς, οι ερευνητικοί φορείς και τα πανεπιστήμια με επικεφαλή το πανεπιστήμιο της Νότιας Αυστραλίας. Ο οργανισμός Wine Australia, εντάχθηκε στο Ινστιτούτο Έρευνας και Ανάπτυξης της Νότιας Αυστραλίας (SARDI) για να ηγηθεί του ερευνητικού προγράμματος που στοχεύει στο όλο και εντονότερο ζήτημα που προκύπτει από την αντοχή των αμπελώνων στα μυκητοκτόνα.
Ασθένειες όπως το ωίδιο, ο Βοτρύτης και ο περονόσπορος εκτιμάται ότι κοστίζουν στον αμπελοοινικό τομέα της Αυστραλίας περισσότερο από 200 εκατομμύρια δολάρια ετησίως. Με μια όλο και μεγαλύτερη εξάρτηση από τα μυκητοκτόνα για τη διαχείριση των ασθενειών, η αντοχή των αμπελώνων στα μυκητοκτόνα γίνεται όλο και περισσότερο θέμα της διαχείρισης των αμπελουργών. Το CRC SAAFE θα χρησιμοποιήσει τα στοιχεία που προκύπτουν από τη συνεργασία μεταξύ των οινοβιομηχανιών, για την ανάπτυξη κοινών λύσεων που αφορούν την παρακολούθηση, τη διαχείριση και τον περιορισμό της εξάπλωσης της αντοχής σε μικρόβια και μύκητες. Είναι σημαντικό ότι θα αναγνωριστεί και η διασύνδεση της αντιμικροβιακής και αντιμυκητιακής αντοχής με την υγεία του ανθρώπου, των ζώων, των φυτών και του περιβάλλοντος.
“Η έρευνα θα προωθήσει την πρακτική της διάγνωσης της ανθεκτικότητας στα μυκητοκτόνα, αναπτύσσοντας και βελτιώνοντας τους προσυμπτωματικούς αλλά και τους γονοτυπικούς ελέγχους” επισημαίνει ο κύριος ερευνητής του SARDI Dr Mark Sosnowski. Μαζί με τις συμβατικές τεχνικές φαινοτυπικής και μοριακής αλληλούχισης, τα βελτιωμένα συστήματα ελέγχου θα χρησιμοποιηθούν για έγκαιρη προειδοποίηση και παρακολούθηση των ασθενειών, υποστηρίζοντας έτσι τη λήψη έγκαιρων και αποτελεσματικών αποφάσεων σχετικά με τα προγράμματα ψεκασμού και διαχείρισης των ασθενειών.
“Η έγκαιρη ανίχνευση και η τακτική παρακολούθηση της αντοχής στα μυκητοκτόνα θα υποδείξουν ποιες είναι οι καταλληλότερες στρατηγικές κατά της αντίστασης και θα παρατείνουν, επί του παρόντος, την αποτελεσματικότητα των διαθέσιμων μυκητοκτόνων. Αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει σε μείωση της χρήσης των μυκητοκτόνων, στη βελτίωση των αποτελεσμάτων για τον έλεγχο των ασθενειών, καθώς και στην προστασία των αγροχημικών από μειωμένη αποτελεσματικότητα από ανθεκτικά στελέχη παθογόνων. Τέλος, θα μειώσει τις απώλειες στην απόδοση, την υποβάθμιση της ποιότητας και το κόστος παραγωγής, βελτιώνοντας της βιωσιμότητας του κλάδου” καταλήγει ο Dr Sosnowski.
ΠΗΓΗ: Wine Australia
✒️ Δημήτρης Καραχάλιος, ΟΙΝΟΛΟΓΟΣ