To ερυθρό κρασί μπορεί περιορίσει το “κακό” λίπος σύμφωνα με ερευνητές

Μελέτη που θέτει σε σύγκριση την κατανάλωση διαφόρων αλκοολούχων ποτών, βρήκε σχέση μεταξύ της συνετής κατανάλωσης κόκκινου κρασιού και χαμηλότερων επιπέδων σπλαχνικού λίπους (που η αδυναμία ελέγχου του αυξάνει τον κίνδυνο καρδιοπαθειών και εγκεφαλικού), όπως και μεταξύ λευκού κρασιού και μεγαλύτερης οστικής πυκνότητας.

Η μελέτη που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Obesity Science and Practice, από την υποψήφια στις νευροεπιστήμες διδάκτωρ του πανεπιστημίου Iowa State University, Brittany Larsen, υπό την επίβλεψη του Dr. Auriel Willette. Η ομάδα ανέλυσε τα δεδομένα σχετικά με τον τρόπο ζωής και τον σωματότυπο 1.869 συμμετεχόντων, από την Biobank Study στο Ηνωμένο Βασίλειο, μία βάση δεδομένων βιοϊατρικής, που δημιουργήθηκε από τη συλλογή αναλυτικών πληροφοριών υγείας από περισσότερους από 500.000 πολίτες στο Ηνωμένο Βασίλειο.

Ενώ οι περισσότερες μελέτες πάνω στο θέμα της κατανάλωσης οινοπνεύματος εστιάζουν περισσότερο στην ποσότητα του αλκοόλ, αλλά όχι στον τύπο του ποτού, η συγκεκριμένη μελέτη ανέλυσε τις διακριτές επιδράσεις τεσσάρων διαφορετικών κατηγοριών ποτού: μπίρα και μηλίτη οίνου, λευκού και αφρώδους οίνου, ερυθρού οίνου και άλλων οινοπνευματωδών ποτών. Οι συγγραφείς αναφέρουν ότι για να αξιολογήσουμε καλύτερα το πώς το αλκοόλ μπορεί να επηρεάσει τη σύνθεση του σώματος, θα πρέπει να εξετάσουμε τα μοτίβα της κατανάλωσής του για διαφορετικούς τύπους ποτού, παρά να υπολογίσουμε την κατανάλωση αλκοόλ συνολικά.

Υποστηρίζουν, ότι υπάρχουν δύο ανταγωνιστικές μεταξύ τους υποθέσεις σχετικά με το πώς το αλκοόλ επηρεάζει τη σύνθεση του σώματος. Σε κάποιες μελέτες, το οινόπνευμα έχει δείξει ότι προωθεί την κατακράτηση λίπους μέσω της μείωσης της οξείδωσης των λιπιδίων. Με άλλα λόγια, το αλκοόλ όχι μόνο αποτελεί μία πηγή έξτρα θερμίδων (οι λεγόμενες “κενές θερμίδες”), αλλά επίσης καθυστερεί το ρυθμό με τον οποίο το σώμα καίει το λίπος. Η άλλη υπόθεση είναι ότι το αλκοόλ μπορεί να παρεμποδίσει την απορρόφηση των θερμίδων και να αυξήσει τη δαπάνη ενέργειας όταν καταναλώνεται ταυτόχρονα με γεύματα, κάτι που με τη σειρά του, μπορεί να συμβάλλει στην απώλεια βάρους.

Οι επιστήμονες στο πανεπιστήμιο του Iowa State υποστηρίζουν ότι με το να επικεντρώνονται στον τύπου του οινοπνεύματος που καταναλώνεται, θα μπορούσαν να αποσαφηνιστούν οι αντιφατικοί κίνδυνοι και τα οφέλη που συνοδεύουν την κατανάλωσή του. Η έρευνά τους δείχνει ότι ενώ τα ποτά και η μπίρα μπορεί να έχουν περισσότερο “κενές θερμίδες”, το κρασί ξεφεύγει από αυτή τη θεωρία και επίσης φαίνεται να συγκρατεί την όρεξη, όπως υποστηρίζει η Larsen. Όπως η μελέτη υποστηρίζει ευκρινώς, «η μεγαλύτερη κατανάλωση μπίρας και αλκοολούχων ποτών έχουν σχετιστεί με υψηλότερη αναλογία μέσης-προς-γοφούς. Αντιστρόφως, το κρασί έχει δείξει σε μεγάλο βαθμό, μηδενική ή αντίστροφη σχέση με την αναλογία μέσης-προς-γοφούς».

Η ερευνητική ομάδα υποστηρίζει ότι οι πολυφαινόλες του κρασιού είναι πιθανότατα υπεύθυνες για τα οφέλη στην υγεία που προσφέρει η κατανάλωσή του. Η ρεσβερατρόλη, η γνωστή πολυφαινόλη που βρίσκεται στο ερυθρό κρασί, «μπορεί να μειώνει τη φλεγμονή και να δυσκολεύει την αποθήκευση του λίπους». Επίσης, αποδίδουν την ευεργετική ιδιότητα του λευκού κρασιού επί του σχηματισμού των οστών, στο πρωτοκατεχικό οξύ, μία λιγότερο γνωστή πολυφαινόλη η οποία συμβάλλει στη μείωση της απώλειας οστικής μάζας. Το λευκό κρασί περιέχει σχεδόν διπλάσιο πρωτοκατεχικό οξύ σε σχέση με το ερυθρό, κάτι που θα μπορούσε να εξηγεί γιατί το τελευταίο δεν παρουσιάζει τη συγκεκριμένη ιδιότητα του λευκού κρασιού.

Παρομοίως, το ερυθρό κρασί περιέχει μεγαλύτερη ποσότητα ρεσβερατρόλης απ’ότι το λευκό, το οποίο εξηγεί γιατί το τελευταίο δεν είχε επίδραση πάνω στο σπλαχνικό λίπος. Η επιστημονική ομάδα της έρευνας, υποστηρίζει ότι οι πολυφαινόλες έχουν πολλά περιθώρια έρευνας, καθώς πιστεύεται ότι υπάρχουν κι άλλες τέτοιες ενώσεις, που θα μπορούσαν να εξηγήσουν τη σχέση ανάμεσα στην κατανάλωση λευκού οίνου και μεγαλύτερης οστικής πυκνότητας.

Οι συγγραφείς αναφέρουν ότι οι συμμετέχοντες στην έρευνα είναι όλοι κάτοικοι του Ηνωμένου Βασιλείου, λευκοί, μεταξύ 40 και 80 χρονών. Είναι ασαφές κατά πόσο τα ευρήματα της έρευνας συμφωνούν με άλλες δημογραφικές ομάδες—ωστόσο η Larsen πιστεύει ότι τα αποτελέσματα πιθανότατα θα ταιριάζουν με τα αντίστοιχα από διαφορετικές ηλικίες κι από άλλες φυλές. Τα δεδομένα της κατανάλωσης αλκοόλ και ο τρόπος ζωής, χρησιμοποιήθηκαν όπως αναφέρθηκαν από τους συμμετέχοντες και παρόλο που στην έρευνα ελέγχθηκαν παράγοντες όπως το φύλο, η δίαιτα, η άσκηση και η χρήση προϊόντων καπνού, άλλοι παράγοντες πέρα από την κατανάλωση οινοπνεύματος ενδεχομένως να έχουν συμβάλλει στα αποτελέσματα υγείας που παρατηρήθηκαν.

Το συμπέρασμα που πρέπει να ληφθεί υπόψη από την έρευνα σύμφωνα με την ερευνητική ομάδα, είναι ότι σε ότι αφορά την υγεία, πρέπει να είμαστε συγκεκριμένοι όταν συζητάμε με ασθενείς και αξιολογούμε τις καταναλωτικές τους συνήθειες. «Οι μεγαλύτεροι σε ηλικία συχνά ακούν ότι η κατανάλωση αλκοόλ είναι ωφέλιμη για την καρδιά τους, αλλά το κρασί ίσως να είναι το μοναδικό αλκοολούχο ποτό που να προσφέρει τέτοια οφέλη», υποστηρίζει η Larsen.

Αντί να θέτουμε κατευθύνσεις σχετικά με τον αριθμό των ποτών που μπορεί να καταναλώνει κάποιος ανά εβδομάδα, θα ήταν προτιμότερο να αναλύσουμε την κατανάλωση αλκοόλ ανάλογα με τον τύπο του προϊόντος. Συγκεκριμένα, η μέτρια κατανάλωση τόσο ερυθρού όσο και λευκού οίνου, με περιορισμό της κατανάλωσης μπίρας και οινοπνευματωδών, ενδεχομένως να προσφέρει περισσότερο τα μέγιστα οφέλη για την υγεία, ελαχιστοποιώντας παράλληλα τους κινδύνους.

«Η υπεύθυνη κατανάλωση και των δύο τύπων κρασιού είναι περισσότερο πιθανό να προσφέρει σημαντικότερα οφέλη σε σχέση με την κατανάλωση ενός τύπου κρασιού σε τακτική βάση, καθώς ο κάθε τύπος φαίνεται να προσφέρει ξεχωριστά οφέλη στην υγεία, στη σύνθεση του σώματος σε ενήλικες μεγαλύτερης ηλικίας», υποστηρίζει η Larsen. Η ερευνήτρια ωστόσο, δεν παροτρύνει όσους δεν πίνουν καθόλου, να ξεκινήσουν να το κάνουν, μόνο για τις πιθανές ευεργετικές επιδράσεις στην υγεία.

ΠΗΓΗ: Wine Spectator

✒️ Παναγιώτης Μπακόλας, ΟΙΝΟΛΟΓΟΣ & ΤΕΧΝΟΛΟΓΟΣ ΤΡΟΦΙΜΩΝ