Σε άρθρο στους New York Times, ο διάσημος καλλιεργητής σταφυλιών της Napa Valley Andy Beckstoffer, αναφέρθηκε επανειλημμένα στη λεγόμενη γενιά των “millennials” και φάνηκε να την παρομοιάζει με την πανούκλα. Ο Beckstoffer είδε τις ανησυχίες του να επιβεβαιώνονται, σε μια πρόσφατη έκθεση της βιομηχανίας οίνου από τον Rob McMillan της Silicon Valley Bank. Η έκθεση ανέφερε,.ότι το ζήτημα που προκαλεί τη μεγαλύτερη ανησυχία στον κλάδο της οινοποιίας σήμερα είναι η έλλειψη συμμετοχής στην αγορά premium οίνων από τη συγκεκριμένη γενιά.
Για τη γενιά που γεννήθηκε όμως μεταξύ του 1981 και του 1996 που ζει και εργάζεται στη Napa το ζήτημα δεν είναι τόσο απλό. Σε έρευνα που διεξήχθη το 2019, το 75% των “millennials” που ρωτήθηκαν,.δήλωσαν ότι θα ξόδευαν περισσότερα χρήματα για την αγορά οίνων εάν τα διέθεταν, σύμφωνα με το Business Insider. Άρα ίσως το πρόβλημα δεν έχει να κάνει με γευστικά κριτήρια αλλά με την δυνατότητα αγοράς μιας premium φιάλης.
Η 34χρονη Gina Schober, ιδιοκτήτρια του οινοποιείου Sans Wine Company αλλά και μέλος ηλικιακά της γενιάς των “millennials” απάντησε στο προαναφερθέν άρθρο του Beckstoffer στους New York Times λέγοντας:.«Δεν έχουμε θέση στο τραπέζι των συνομιλιών για να συμμετάσχουμε ούτε στις αποφάσεις για την ιδιοκτησία της γης,.ούτε στη λύση για την προσέλκυση νέων καταναλωτών». Η Schober και ο σύζυγός της, Jake Stover φτιάχνουν οίνους από αμπέλια μεγάλης ηλικίας που καλλιεργούνται βιολογικά και συσκευάζονται σε αλουμινένια κουτάκια. Η Schober που εργάζεται επίσης και ως πωλήτρια για ένα premium οινοποιείο της Καλιφόρνια,.θεωρεί ότι το πρόβλημα δεν είναι ο καταναλωτής αλλά η ίδια η βιομηχανία παραγωγής των εξαιρετικά premium οίνων. Η Napa συνεχίζει, συγκεκριμένα στερείται ποικιλομορφίας, στην ιδιοκτησία, στις εμπειρίες και στους οίνους. Οι “millennials” ενδιαφέρονται περισσότερο για το περιβάλλον και για τη διαδρομή του οίνου από το χωράφι στο τραπέζι. Με τα χρήματα να είναι περιορισμένα εσείς που θα τα ξοδεύατε; Μάλλον θα θέλατε να υποστηρίξετε άτομα και οικογένειες που γνωρίζετε, οινοποιεία που έχετε επισκεφτεί και ίσως έχετε δοκιμάσει παρέα με τον οινοποιό ή τον ιδιοκτήτη.
Από την πλευρά της η Erin Di Costanzo 40ετών πρώην σομελιέ και διευθύντρια πωλήσεων, που δημιούργησε το 2010 μαζί με το σύζυγο της Massimo το οινοποιείο Di Costanzo Wines λέει, «δεν είναι ότι οι millennials δε πίνουν ερυθρούς οίνους,.το πρόβλημα είναι ότι στη Napa συσσωρεύτηκαν πολλά premium οινοποιεία που ήθελαν να είναι ισοδύναμα μεταξύ τους,.χωρίς όμως να μπορούν τα προϊόντα τους να κερδίσουν και την ανάλογη τιμή. Αυτό ήταν μια κακή υπηρεσία για μια κοινότητα οινικά πεινασμένη και περίεργη για να καταναλώσει και να μάθει».
Οι Di Costanzos δε διαθέτουν γη ή οινοποιείο και φιλοξενούν επισκέπτες για γευσιγνωσία σε ένα κοινόχρηστο χώρο γραφείου. Η Erin θυμάται όταν άρχισε να εργάζεται ως διευθύντρια πωλήσεων οίνου στο Acme Fine Wines, ένα κατάστημα λιανικής πώλησης που διαθέτει γνωστές αλλά και ανερχόμενες ετικέτες από τη Napa, ότι το 2008 η Acme πούλησε τρείς με τέσσερεις φιάλες με τιμή από 300$ και πάνω. Τώρα υπάρχουν περισσότερες από ότι μπορείς να μετρήσεις. «Δημιουργούμε έναν οίνο που πιστεύουμε και αυτό έχει αποτελέσει αιτία να μας αγαπήσει ένα πεινασμένο,.ενθουσιώδες και καλά μορφωμένο κοινό που τυχαίνει να είναι “millennials”. Με αυτούς τους καταναλωτές η προσωπική επαφή είναι τα πάντα,.αφού είναι πρόθυμοι να μάθουν και να δημιουργήσουν μια προσωπική σχέση. Ωστόσο ακόμα δεν είμαι σίγουρη εάν θα μπορούσε να ξεκινήσει.ένα αυτοχρηματοδοτούμενο πρόγραμμα οινοποίησης Cabernet στη Napa με τις τωρινές τιμές που έχουν τα σταφύλια. Αναρωτιέμαι αν στο τέλος θα υπάρχουν λιγότεροι από εμάς» συμπληρώνει η Erin.
Η Michelle Lipa εργάστηκε ως διευθύντρια επικοινωνίας στον όμιλο εστιατορίων Thomas Keller προτού ιδρύσει την Trig Collective Design and Communications.μια εταιρεία που βοηθάει μικρότερους παραγωγούς και εστιατόρια της Napa στην ενδυνάμωση του brand name και στις δημόσιες σχέσεις. «Δεν νομίζω ότι όλα χάνονται με τους millennials», αναφέρει. Θα χρειαστεί απλά περισσότερος χρόνος για να έρθουν περισσότεροι πιο κοντά στη Napa,.λόγω των οικονομικών δυσκολιών που έχουν προκύψει από την 9/11 μέχρι την πανδημία. Και υπάρχουν πολλοί μικροί οικογενειακοί παραγωγοί, όπως οι Di Costanzos που προσφέρουν αυθεντική, προσωπική φιλοξενία σε επισκέπτες όλων των ηλικιών. Υπάρχουν οικογένειες που βρίσκονται εδώ από τη δεκαετία του 1990 και δεν έχουν αλλάξει την τιμολογιακή πολιτική των οίνων τους» προσθέτει η Lipa. «Διαθέτουμε τρόφιμα, οίνο και δραστηριότητες στην ύπαιθρο σε όλο το εύρος τιμών. Αισθάνομαι ότι υπάρχουν λίγοι “μεγάλοι” που δημιουργούν κακή φήμη για όλους».