ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ
Ο οινοτουρισμός αποτελεί μια από τις ταχύτερα αναπτυσσόμενες μορφές θεματικού τουρισμού παγκοσμίως και συνδυάζει την αγροτική παραγωγή, τη γαστρονομία και τον πολιτισμό με την τουριστική εμπειρία. Στην Ελλάδα, χώρα με μακραίωνη οινική παράδοση και πλούσια γαστρονομική κληρονομιά, η ανάπτυξή του συνιστά στρατηγική επιλογή για την ενίσχυση της τοπικής οικονομίας και την προβολή της ταυτότητας κάθε περιοχής. Ο οινοτουρισμός, σύμφωνα με τον Ν. 4276/2014 και τον Ν. 4582/2018, είναι η ειδική μορφή τουρισμού που περιλαμβάνει υπηρεσίες ξενάγησης, φιλοξενίας, γευσιγνωσίας και εστίασης σε χώρους λειτουργικά ενταγμένους σε οινοποιεία και αμπελώνες, σε συνδυασμό με δραστηριότητες που αφορούν την παραγωγή και την καλλιέργεια του αμπελιού. Πρόκειται για ένα πλέγμα εμπειριών που περιλαμβάνει επισκέψιμα οινοποιεία, διαδρομές κρασιού, γαστρονομικές προτάσεις και πολιτιστικές δραστηριότητες.
Η σημασία του οινοτουρισμού διεθνώς καταγράφεται σε εντυπωσιακά μεγέθη. Σύμφωνα με το Future Market Insights, τα παγκόσμια έσοδα από τον οινοτουρισμό ανήλθαν το 2023 σε 13,9 δισεκατομμύρια δολάρια και εκτιμάται ότι θα φθάσουν τα 47,5 δισεκατομμύρια το 2033. Στην Αργεντινή, η περιοχή της Μεντόσα υποδέχεται ετησίως περίπου 3,8 εκατομμύρια τουρίστες, με το 25% να επισκέπτεται οινοποιεία, ενώ η Βουργουνδία στη Γαλλία σημείωσε το 2023 αύξηση 3,8% στην επισκεψιμότητα των αμπελώνων της σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά. Οι αριθμοί αυτοί καταδεικνύουν την ολοένα αυξανόμενη ζήτηση για αυθεντικές εμπειρίες που συνδυάζουν τη γευσιγνωσία με τον πολιτισμό και τη φύση.
Στην Ελλάδα, η κατάσταση είναι διαφορετική αλλά με μεγάλες δυνατότητες εξέλιξης. Το 54,2% των επισκέψιμων οινοποιείων υποδέχεται μέχρι 1.000 επισκέπτες τον χρόνο, το 33,4% προσελκύει 1.000 – 5.000 επισκέπτες, ενώ μόνο ένα 8,3% ξεπερνά τους 10.000 επισκέπτες ετησίως. Η άνιση αυτή κατανομή αποκαλύπτει την ανάγκη για περαιτέρω προβολή, οργάνωση και δικτύωση, ώστε περισσότερα οινοποιεία να αναδειχθούν ως προορισμοί υψηλής επισκεψιμότητας. Παράλληλα, οι έρευνες δείχνουν ότι το προφίλ των οινοτουριστών περιλαμβάνει άτομα ηλικίας 30–50 ετών, μεσαίου έως υψηλού εισοδήματος, που αναζητούν εμπειρίες πέρα από την απλή κατανάλωση κρασιού: επιθυμούν να γνωρίσουν τον τόπο, να συνδεθούν με την τοπική κουλτούρα, να συμμετάσχουν σε δραστηριότητες όπως ο τρύγος και να απολαύσουν συνδυαστικά γαστρονομικές εμπειρίες.
Οργάνωση και στόχοι του έργου «Greek Wine Tourism»
Σε αυτή τη διεθνή και εθνική συγκυρία, το έργο «Οργάνωση και Προβολή Οινοτουρισμού» (Greek Wine Tourism) έρχεται να καλύψει ένα σημαντικό κενό στρατηγικής. Το έργο εντάσσεται στο Μέτρο 19 του Προγράμματος Αγροτικής Ανάπτυξης (ΠΑΑ) 2014–2020, στο πλαίσιο της προσέγγισης LEADER, και συγκεκριμένα στο Υπομέτρο 19.3 που αφορά τη Διατοπική και Διακρατική Συνεργασία. Συμμετέχουν 22 Οργανισμοί Τοπικής Ανάπτυξης (ΟΤΔ) από όλη την Ελλάδα, με συντονιστή την Αναπτυξιακή Θεσσαλονίκης. Στις συνεργαζόμενες περιοχές περιλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, η Ημαθία, το Κιλκίς, η Καβάλα, η Φλώρινα, η Ήπειρος, η Λάρισα, η Εύβοια, η Αχαΐα, η Βόρεια Πελοπόννησος, η Ολυμπία, η Λήμνος, η Σάμος, η Χίος, οι Κυκλάδες, τα Δωδεκάνησα και η Κρήτη. Η γεωγραφική αυτή διασπορά καθιστά το έργο πολυδιάστατο και αντιπροσωπευτικό της ποικιλίας των ελληνικών οινοπαραγωγικών περιοχών.
Ο βασικός στόχος είναι η μετατροπή των οινοποιείων σε «κόμβους» διασύνδεσης του πρωτογενούς τομέα και της μεταποίησης με τον τουρισμό και τον πολιτισμό. Το έργο στοχεύει στην αύξηση των επισκέψιμων οινοποιείων, την ανάπτυξη κοινών ποιοτικών προτύπων, την εκπαίδευση επαγγελματιών του κλάδου, τη δημιουργία εργαλείων benchmarking και αυτοαξιολόγησης, την αξιοποίηση του σήματος «Επισκέψιμο Οινοποιείο» και τη δικτύωση με άλλες μορφές θεματικού τουρισμού. Παράλληλα, προβλέπεται η δημιουργία βάσεων δεδομένων με οινοποιεία, διαδρομές και εκδηλώσεις, η καταγραφή αναγκών εκπαίδευσης, καθώς και η παραγωγή εκπαιδευτικού υλικού για οινοποιούς, τουριστικούς πράκτορες και επαγγελματίες HORECA.
Η στρατηγική δίνει έμφαση στη βιωσιμότητα και στην αυθεντικότητα. Στηρίζεται στη λογική του «αργού τουρισμού» (slow tourism), που προτάσσει την ποιότητα έναντι της ποσότητας, προωθεί την παραμονή σε έναν τόπο για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα και ενθαρρύνει την ουσιαστική επαφή με τον τοπικό πολιτισμό και τρόπο ζωής. Παράλληλα, ενσωματώνει τις νέες τεχνολογίες: ψηφιακό marketing, storytelling, online κρατήσεις, εικονικές περιηγήσεις σε αμπελώνες και οινοποιεία, ακόμα και χρήση επαυξημένης και εικονικής πραγματικότητας (AR–VR) για την ανάδειξη του προϊόντος. Η έμφαση στη βιώσιμη ανάπτυξη ενισχύει και την προβολή πρακτικών όπως η βιολογική γεωργία, η κυκλική οικονομία και η προστασία της τοπικής βιοποικιλότητας.
Οφέλη και προοπτικές
Η καθιέρωση του οινοτουρισμού ως στρατηγικής επιλογής έχει πολλαπλά οφέλη για τις τοπικές κοινωνίες και την εθνική οικονομία. Δημιουργεί νέες θέσεις εργασίας σε τομείς όπως φιλοξενία, εστίαση, μεταφορές και εμπόριο, αυξάνει τα εισοδήματα παραγωγών και μικρών επιχειρήσεων, διαφοροποιεί την τοπική οικονομία μειώνοντας την εξάρτηση από τον μαζικό τουρισμό και συμβάλλει στη διατήρηση και ανάδειξη της πολιτιστικής κληρονομιάς. Ο οινοτουρισμός ενισχύει τη φήμη μιας περιοχής, μετατρέπει τον επισκέπτη σε πρεσβευτή των τοπικών προϊόντων, αναβαθμίζει τις υποδομές και προωθεί τη βιώσιμη τουριστική ανάπτυξη.
Σε διεθνές επίπεδο, οι σύγχρονες τάσεις δείχνουν ότι το προφίλ του τουρίστα αλλάζει: μόλις ένας στους τρεις επιλέγει πλέον την ηλιοθεραπεία ως κύριο κίνητρο, ενώ τέσσερις στους δέκα αναζητούν εμπειρίες όπως η φύση, η γαστρονομία και η ευεξία. Αυτή η στροφή προς τον βιωματικό τουρισμό καθιστά τον οινοτουρισμό ακόμη πιο ελκυστικό και επίκαιρο. Η Ελλάδα, με την ποικιλομορφία των τοπίων της, τις παραδοσιακές ποικιλίες σταφυλιών και την πλούσια ιστορία της, έχει όλες τις προϋποθέσεις να αναδειχθεί σε διεθνώς αναγνωρισμένο οινοτουριστικό προορισμό.
Το έργο «Greek Wine Tourism» δεν αποτελεί απλώς μια δράση προβολής· είναι μια ολοκληρωμένη στρατηγική ανάπτυξης που συνδέει τον πρωτογενή τομέα με τον τουρισμό και τον πολιτισμό, προωθεί τη βιωσιμότητα και αναδεικνύει την αυθεντικότητα. Με την υλοποίησή του, το ελληνικό κρασί μετατρέπεται από προϊόν σε εμπειρία, από τοπικό αγαθό σε στοιχείο ταυτότητας, και από παραδοσιακή δραστηριότητα σε μοχλό ανάπτυξης.
